γεροντισμός

γεροντισμός
Η σωματική και διανοητική κατάσταση, αλλά και οι γεροντικές συνήθειες. Γ. ονομάζεται επίσης το πολιτικό σύστημα, στο οποίο την αρχή έχουν οι γέροι, γνωστό και ως γεροντοκρατία. (Εκκλ.) Διοικητικό σύστημα του οικουμενικού πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης από τα μέσα του 17ου αι. έως το 1859, οπότε θεσπίστηκαν από την εθνοσυνέλευση οι εθνικοί κανονισμοί που ίσχυσαν έως τη συνθήκη της Λοζάνης, το 1823. Ο γ. βασιζόταν στην αρχή σύμφωνα με την οποία ο πατριάρχης μετά την Άλωση είχε το δικαίωμα, από το καθεστώς που διαμόρφωσε στο οικουμενικό πατριαρχείο ο κατακτητής, να ασκήσει απολυταρχία. Έτσι, οι μητροπολίτες πρακτικά δεν είχαν πλέον καμία εξουσία. Επειδή ένα καθεστώς του είδους αυτού θεωρήθηκε απαράδεκτο, αποφασίστηκε να δοθούν ορισμένα δικαιώματα στους μητροπολίτες ιστορικών κυρίως θρόνων, που αποτέλεσαν έτσι μία ενδημούσα σύνοδο. Οι μητροπολίτες αυτοί ονομάστηκαν γέροντες και είχαν ισόβια μονιμότητα. Το καθεστώς αυτό, ωστόσο, δεν περιόρισε την απολυταρχία του πατριάρχη. Αποφασιστική μεταβολή στο διοικητικό αυτό σύστημα πραγματοποίησε ο πατριάρχης Σαμουήλ ο Χαντζερής. Με ενέργειές του εκδόθηκε σουλτανικό διάταγμα που χώριζε την πατριαρχική σφραγίδα (σύμβολο της εξουσίας) σε τέσσερα κομμάτια: το ένα είχε ο πατριάρχης και τα άλλα τρία από ένας μητροπολίτης. Από τότε οι πατριάρχες ήταν υποχρεωμένοι να συγκαλούν την ενδημούσα σύνοδο και να παίρνουν αποφάσεις από κοινού με τους μητροπολίτες, γιατί μόνο όταν τα κείμενα των αποφάσεων αυτών ήταν σφραγισμένα και με τα τέσσερα κομμάτια της σφραγίδας είχαν νομικό κύρος. Αποτέλεσμα της τακτικής αυτής ήταν να συσπειρωθούν οι μητροπολίτες σε ενιαίο μέτωπο και η πατριαρχική εξουσία καθώς και η διαχείριση των οικονομικών του πατριαρχείου να περάσει σε αυτούς. Τότε ακριβώς επικράτησε και ο όρος γ. Ο γ. εξελίχθηκε σε κυρίαρχη δύναμη που ενθρόνιζε και εκθρόνιζε πατριάρχες και κάλυπτε συχνά σοβαρά παραπτώματα επισκόπων και μητροπολιτών.
* * *
ο
1. γεροντικός μαρασμός
2. η τάση να επιβάλλονται παντού οι γεροντότεροι, οι παλαιότεροι
3. διοικητικό σύστημα που επικράτησε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο από τα μέσα τού 17ου αιώνα ώς το 1860.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • γεροντισμός — ο 1. ιδιοτροπίες και συνήθειες γέρου: Άρχισε από νωρίς τους γεροντισμούς. 2. γεροντίαση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”